Συμπληρωματικός οδηγός για την εγκατάσταση και ρύθμιση

Ρύθμιση IPX/SPX στο σύστημα πελάτη

Σε αυτή την ενότητα θεωρείται δεδομένο ότι το πρωτόκολλο IPX/SPX λειτουργεί στους σταθμούς εργασίας πελάτη και εξυπηρετητή. Βλ. Προϋποθέσεις λογισμικού για τις προϋποθέσεις πρωτοκόλλων επικοινωνίας στην πλατφόρμα που χρησιμοποιείτε. Βλ. Πιθανά σενάρια σύνδεσης πελάτη-εξυπηρετητή για πληροφορίες σχετικά με τα πρωτόκολλα επικοινωνίας που υποστηρίζονται για τα συγκεκριμένα προϊόντα πελάτη και εξυπηρετητή που χρησιμοποιείτε.

Ένας σταθμός εργασίας πελάτη μπορεί να έχει πρόσβαση σε έναν εξυπηρετητή μέσω άμεσου προσδιορισμού διευθύνσεων (Direct Addressing) ή μέσω προσδιορισμού διευθύνσεων εξυπηρετητή αρχείων (File Server Addressing). Βλ. τον Πίνακα 14 για μια λίστα των διαθέσιμων προϊόντων πελάτη IPX/SPX και των μεθόδων προσδιορισμού διευθύνσεων που υποστηρίζουν. Για μια περιγραφή των μεθόδων άμεσου προσδιορισμού διευθύνσεων ή προσδιορισμού διευθύνσεων εξυπηρετητή αρχείων, βλ. Ρύθμιση IPX/SPX στον εξυπηρετητή.

Πρέπει να γνωρίζετε τη μέθοδο προσδιορισμού διευθύνσεων IPX/SPX που χρησιμοποιήθηκε για τη ρύθμιση του εξυπηρετητή πριν ρυθμίσετε το προϊόν πελάτη DB2. Αν ο εξυπηρετητής έχει ρυθμιστεί ώστε να χρησιμοποιεί άμεσο προσδιορισμό διευθύνσεων (direct addressing), πρέπει να ρυθμίσετε τον πελάτη σας ώστε να χρησιμοποιεί αυτή τη μέθοδο προσδιορισμού διευθύνσεων για επικοινωνία με τον εξυπηρετητή. Αν ο εξυπηρετητής έχει ρυθμιστεί για προσδιορισμό διευθύνσεων μέσω εξυπηρετητή αρχείων (file server addressing), μπορείτε να ρυθμίσετε τον πελάτη σας ώστε να χρησιμοποιεί είτε άμεσο προσδιορισμό διευθύνσεων (direct addressing) είτε προσδιορισμό διευθύνσεων μέσω εξυπηρετητή αρχείων (file server addressing), με την προϋπόθεση ότι το προϊόν πελάτη υποστηρίζει τη μέθοδο που θέλετε να χρησιμοποιήσετε. Στον Πίνακα 14 παρουσιάζεται μια λίστα των μεθόδων προσδιορισμού διευθύνσεων IPX/SPX που υποστηρίζονται για τα διάφορα προϊόντα πελάτη.

Πίνακας 14. Υποστηριζόμενες μέθοδοι επικοινωνίας IPX/SPX για προϊόντα πελάτη DB2
Πλατφόρμα πελάτη Άμεσος προσδιορισμός διευθύνσεων (Direct Addressing) Προσδιορισμός διευθύνσεων μέσω εξυπηρετητή αρχείων (File Server Addressing)
OS/2 * *
UNIX δεν υποστηρίζεται
Windows NT *
Windows 9x *
Windows 2000 *

Για να ρυθμίσετε ένα προϊόν πελάτη DB2 ώστε να χρησιμοποιεί επικοινωνίες IPX/SPX, εκτελέστε τα ακόλουθα βήματα:

Βήμα  1.

Προσδιορισμός και καταγραφή τιμών παραμέτρων.

Βήμα  2.

Ρύθμιση του προϊόντος πελάτη:

  1. Καταχώρηση του κόμβου IPX/SPX στον κατάλογο κόμβων (node directory).
  2. Καταχώρηση της βάσης δεδομένων στον κατάλογο περιεχομένων (catalog).

Βήμα  3.

Δοκιμή της σύνδεσης μεταξύ πελάτη και εξυπηρετητή.

Βήμα 1. Προσδιορισμός και καταγραφή τιμών παραμέτρων

Καθώς εκτελείτε τις ρυθμίσεις, συμπληρώνετε τις αντίστοιχες τιμές στη στήλη Τιμή στον ακόλουθο πίνακα. Μπορείτε να συμπληρώσετε ορισμένες τιμές πριν αρχίσετε τη ρύθμιση αυτού του πρωτοκόλλου.

Πίνακας 15. Απαιτούμενες τιμές IPX/SPX στο σύστημα πελάτη
Παράμετρος Περιγραφή Παράδειγμα τιμής Τιμή
Όνομα εξυπηρετητή αρχείων (FILESERVER)

Άμεσος προσδιορισμός διευθύνσεων: Η τιμή * δηλώνει ότι χρησιμοποιείτε άμεσο προσδιορισμό διευθύνσεων.

Προσδιορισμός διευθύνσεων μέσω εξυπηρετητή αρχείων: Το όνομα του εξυπηρετητή αρχείων NetWare όπου έχει καταγραφεί η χρήση (instance) του εξυπηρετητή βάσης δεδομένων. Η τιμή αυτής της παραμέτρου πρέπει να καταχωρηθεί με κεφαλαία.

Εντοπίστε αυτή την παράμετρο στο αρχείο ρυθμίσεων του συστήματος διαχείρισης βάσεων δεδομένων (DBMS) στον εξυπηρετητή.

Άμεσος προσδιορισμός διευθύνσεων

*

 

Προσδιορισμός διευθύνσεων μέσω εξυπηρετητή αρχείων

NETWSRV

 
Όνομα αντικειμένου εξυπηρετητή DB2 (OBJECTNAME)

Άμεσος προσδιορισμός διευθύνσεων: Η διεύθυνση δικτύου IPX/SPX του εξυπηρετητή στη μορφή:

netid.nodeid.socket#

όπου το τμήμα netid αποτελείται από 8 byte, το τμήμα nodeid από 12 byte και το τμήμα socket# από 4 byte.

Για να εντοπίσετε την τιμή αυτής της παραμέτρου, υποβάλετε την εντολή db2ipxad στον εξυπηρετητή. Βλ. την ενότητα A. Καταχώρηση του κόμβου IPX/SPX στον κατάλογο κόμβων για περισσότερες πληροφορίες.

Προσδιορισμός διευθύνσεων μέσω εξυπηρετητή αρχείων: Η χρήση του εξυπηρετητή του συστήματος διαχείρισης βάσεων δεδομένων, που αντιπροσωπεύεται από το αντικείμενο OBJECTNAME στον εξυπηρετητή αρχείων NetWare. Η διεύθυνση δικτύου IPX/SPX του εξυπηρετητή αποθηκεύεται και ανακτάται από αυτό το αντικείμενο.

Η παράμετρος αυτή πρέπει να καταχωρείται με κεφαλαία και να είναι μοναδική στον εξυπηρετητή αρχείων NetWare.

Εντοπίστε αυτή την παράμετρο στο αρχείο ρυθμίσεων του συστήματος διαχείρισης βάσεων δεδομένων (DBMS) στον εξυπηρετητή.

Άμεσος προσδιορισμός διευθύνσεων

09212700.400011527745.879E

 

 

 

 

 

Προσδιορισμός διευθύνσεων μέσω εξυπηρετητή αρχείων

DB2INST1

 
Όνομα κόμβου (node_name)

Ένα τοπικό ψευδώνυμο, ή προσωνύμιο, το οποίο περιγράφει τον κόμβο με τον οποίο επιχειρείτε να συνδεθείτε. Μπορείτε να επιλέξετε όποιο όνομα θέλετε, αλλά όλα τα ονόματα κόμβων στον τοπικό σας κατάλογο κόμβων (node directory) πρέπει να είναι μοναδικά.

db2node  

Βήμα 2. Ρύθμιση του προϊόντος πελάτη

Με τα ακόλουθα βήματα ρυθμίζετε το προϊόν πελάτη για επικοινωνία με τον εξυπηρετητή. Αντικαταστήστε τα παραδείγματα τιμών με τις τιμές που έχετε σημειώσει στο φύλλο εργασίας.

A. Καταχώρηση του κόμβου IPX/SPX στον κατάλογο κόμβων

Θα πρέπει να προσθέσετε μια καταχώρηση στον κατάλογο κόμβων του συστήματος πελάτη για να περιγράψετε τον απομακρυσμένο κόμβο. Στην καταχώρηση αυτή καθορίζονται το επιλεγμένο ψευδώνυμο (node_name), το όνομα του εξυπηρετητή αρχείων (FILESERVER) και το όνομα του αντικειμένου εξυπηρετητή DB2 (OBJECTNAME) που πρόκειται να χρησιμοποιηθούν από το σταθμό εργασίας πελάτη για πρόσβαση στον απομακρυσμένο εξυπηρετητή DB2.

Για να καταχωρήσετε τον κόμβο IPX/SPX στον κατάλογο κόμβων, ακολουθήστε την εξής διαδικασία:

Βήμα  1.

Συνδεθείτε με το σύστημα χρησιμοποιώντας μια έγκυρη ταυτότητα χρήστη της DB2. Για περισσότερες πληροφορίες, βλ. Παράρτημα ΣΤ, Κανόνες ονοματοθεσίας.

Υπόδειξη

Αν προσθέτετε μια βάση δεδομένων σε ένα σύστημα στο οποίο είναι εγκατεστημένο ένα προϊόν εξυπηρετητή DB2 ή DB2 Connect, συνδεθείτε σε αυτό το σύστημα ως χρήστης με εξουσιοδότηση διαχείρισης συστήματος (SYSADM) ή ελέγχου συστήματος (SYSCTRL) για τη συγκεκριμένη χρήση (instance). Για περισσότερες πληροφορίες, βλ. Εργασίες με την ομάδα με εξουσιοδότηση διαχείρισης συστήματος.

Αυτός ο περιορισμός ελέγχεται από την παράμετρο ρύθμισης του συστήματος διαχείρισης βάσεων δεδομένων (DBMS) catalog_noauth. Για περισσότερες πληροφορίες, ανατρέξτε στο εγχειρίδιο Administration Guide.

Βήμα  2.

Αν χρησιμοποιείτε ένα προϊόν πελάτη UNIX, καθορίστε τις ρυθμίσεις περιβάλλοντος της χρήσης (instance) και ξεκινήστε τον Επεξεργαστή γραμμής εντολών της DB2. Εκτελέστε το σενάριο εντολών έναρξης ως εξής:

   . INSTHOME/sqllib/db2profile    (για κέλυφος Bourne ή Korn)
   source INSTHOME/sqllib/db2cshrc (για κέλυφος C)

όπου INSTHOME είναι ο αρχικός κατάλογος (home directory) της χρήσης (instance).

Βήμα  3.

Καταχωρήστε τον κόμβο στον κατάλογο κόμβων υποβάλλοντας τις ακόλουθες εντολές στον Επεξεργαστή γραμμής εντολών:

   catalog ipxspx node node_name remote FILESERVER server OBJECTNAME
   terminate

Παράδειγμα άμεσου προσδιορισμού διευθύνσεων

Πρέπει να ορίσετε έναν αστερίσκο * ως τιμή της παραμέτρου FILESERVER και να καθορίσετε την τιμή διεύθυνσης διαδικτύου IPX/SPX του εξυπηρετητή ως τιμή στην παράμετρο OBJECTNAME του συστήματος πελάτη.

Για να εντοπίσετε την τιμή της παραμέτρου OBJECTNAME, υποβάλετε την εντολή db2ipxad στον εξυπηρετητή. (Η εντολή αυτή βρίσκεται στον κατάλογο x:\sqllib\misc\, όπου το x: αντιπροσωπεύει τη μονάδα όπου είναι εγκατεστημένο το προϊόν DB2.)

Σημειώστε την τιμή που προκύπτει και χρησιμοποιήστε τη στη θέση της τιμής (09212700.400011527745.879E) στο ακόλουθο παράδειγμα.

Για να καταχωρήσετε έναν απομακρυσμένο κόμβο με όνομα db2node, χρησιμοποιώντας τη διεύθυνση διαδικτύου IPX/SPX 09212700.400011527745.879E ως τιμή της παραμέτρου OBJECTNAME, υποβάλετε τις ακόλουθες εντολές:

   catalog ipxspx node db2node remote * \
   server 09212700.400011527745.879E
   terminate

Παράδειγμα προσδιορισμού διευθύνσεων μέσω εξυπηρετητή αρχείων

Για να καταχωρήσετε έναν απομακρυσμένο κόμβο με όνομα db2node ο οποίος χρησιμοποιεί τον εξυπηρετητή αρχείων NETWSRV και τη χρήση (instance) DB2INST1, υποβάλετε τις ακόλουθες εντολές:

   catalog ipxspx node db2node remote NETWSRV server DB2INST1
   terminate



Υπόδειξη

Αν πρέπει να αλλάξετε τις τιμές που έχουν καθοριστεί με την εντολή catalog node, εκτελέστε τα ακόλουθα βήματα:

Βήμα  1.

Υποβάλετε την εντολή uncatalog node από τον Επεξεργαστή γραμμής εντολών ως εξής:

   db2 uncatalog node node_name

Βήμα  2.

Καταχωρήστε ξανά τον κόμβο στον κατάλογο χρησιμοποιώντας τις τιμές που θέλετε.

B. Καταχώρηση της βάσης δεδομένων στον κατάλογο περιεχομένων

Για να έχει μια εφαρμογή πελάτη πρόσβαση σε μια απομακρυσμένη βάση δεδομένων, θα πρέπει προηγουμένως να έχει καταχωρηθεί η βάση δεδομένων στον κατάλογο περιεχομένων (catalog) στον κόμβο του εξυπηρετητή και σε κάθε κόμβο πελάτη ο οποίος θα συνδεέται με τη βάση δεδομένων. Ως προεπιλογή, όταν δημιουργείτε μια βάση δεδομένων, καταχωρείται αυτόματα στον κατάλογο περιεχομένων του εξυπηρετητή με ένα ψευδώνυμο (database_alias) που είναι ίδιο με το όνομα της βάσης δεδομένων (database_name). Οι πληροφορίες του καταλόγου βάσεων δεδομένων (database directory), μαζί με τις πληροφορίες του καταλόγου κόμβων (node directory), χρησιμοποιούνται στο σύστημα πελάτη για την πραγματοποίηση της σύνδεσης με την απομακρυσμένη βάση δεδομένων.

Για να καταχωρήσετε μια βάση δεδομένων στο σύστημα πελάτη, εκτελέστε τα ακόλουθα βήματα:

Βήμα  1.

Συνδεθείτε με το σύστημα χρησιμοποιώντας μια έγκυρη ταυτότητα χρήστη της DB2. Για περισσότερες πληροφορίες, βλ. Παράρτημα ΣΤ, Κανόνες ονοματοθεσίας.

Υπόδειξη

Αν προσθέτετε μια βάση δεδομένων σε ένα σύστημα στο οποίο είναι εγκατεστημένο ένα προϊόν εξυπηρετητή DB2 ή DB2 Connect, συνδεθείτε σε αυτό το σύστημα ως χρήστης με εξουσιοδότηση διαχείρισης συστήματος (SYSADM) ή ελέγχου συστήματος (SYSCTRL) για τη συγκεκριμένη χρήση (instance). Για περισσότερες πληροφορίες, βλ. Εργασίες με την ομάδα με εξουσιοδότηση διαχείρισης συστήματος.

Αυτός ο περιορισμός ελέγχεται από την παράμετρο ρύθμισης του συστήματος διαχείρισης βάσεων δεδομένων (DBMS) catalog_noauth. Για περισσότερες πληροφορίες, ανατρέξτε στο εγχειρίδιο Administration Guide.

Βήμα  2.

Συμπληρώστε τη στήλη Τιμή στο ακόλουθο φύλλο εργασίας.

Πίνακας 16. Φύλλο εργασίας: Τιμές παραμέτρων για καταχώρηση βάσεων δεδομένων στον κατάλογο περιεχομένων (catalog)
Παράμετρος Περιγραφή Παράδειγμα τιμής Τιμή
Όνομα βάσης δεδομένων (database_name) Το ψευδώνυμο βάσης δεδομένων (database_alias) της απομακρυσμένης βάσης δεδομένων. Όταν δημιουργείτε μια βάση δεδομένων, καταχωρείται αυτόματα στον κατάλογο περιεχομένων (catalog) του εξυπηρετητή με ένα ψευδώνυμο (database_alias) που είναι ίδιο με το όνομα της βάσης δεδομένων (database_name), εκτός αν ορίζεται διαφορετικά. sample  
Ψευδώνυμο βάσης δεδομένων (database_alias) Ένα οποιοδήποτε τοπικό προσωνύμιο για την απομακρυσμένη βάση δεδομένων, στο σύστημα πελάτη. Αν δεν το ορίσετε, θα χρησιμοποιηθεί ως προεπιλογή το όνομα της βάσης δεδομένων (database_name). Το ψευδώνυμο βάσης δεδομένων είναι το όνομα που χρησιμοποιείτε όταν συνδέεστε σε μια βάση δεδομένων από ένα σταθμό εργασίας πελάτη. tor1  
Eξακρίβωση στοιχείων (auth_value) Η τιμή του είδους εξακρίβωσης στοιχείων (authentication) που απαιτείται από την επιχείρησή σας. Ανατρέξτε στο εγχειρίδιο DB2 Connect User's Guide για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με αυτή την παράμετρο. DCS

Αυτό σημαίνει ότι η ταυτότητα χρήστη και ο κωδικός πρόσβασης που παρέχονται επαληθεύονται μόνο στο κεντρικό σύστημα (host) ή σύστημα AS/400.

 
Όνομα κόμβου (node_name) Η καταχώρηση του καταλόγου κόμβων που περιγράφει τη θέση στην οποία βρίσκεται η βάση δεδομένων. Χρησιμοποιήστε για το όνομα κόμβου (node_name) την τιμή που χρησιμοποιήσατε στο προηγούμενο βήμα για να καταχωρήσετε τον κόμβο στον κατάλογο κόμβων. db2node  

Βήμα  3.

Αν χρησιμοποιείτε ένα προϊόν πελάτη UNIX, καθορίστε τις ρυθμίσεις περιβάλλοντος της χρήσης (instance) και ξεκινήστε τον Επεξεργαστή γραμμής εντολών της DB2. Εκτελέστε το σενάριο εντολών έναρξης ως εξής:

   . INSTHOME/sqllib/db2profile    (για κέλυφος Bash, Bourne ή Korn)
   source INSTHOME/sqllib/db2cshrc (για κέλυφος C)

όπου INSTHOME είναι ο αρχικός κατάλογος (home directory) της χρήσης.

Βήμα  4.

Καταχωρήστε τη βάση δεδομένων στον κατάλογο περιεχομένων υποβάλλοντας τις ακόλουθες εντολές:

   db2 catalog database database_name as database_alias
       at node node_name
   db2 terminate

Για παράδειγμα, για να καταχωρήσετε στον κατάλογο περιεχομένων μια απομακρυσμένη βάση δεδομένων που ονομάζεται sample με το ψευδώνυμο tor1 στον κόμβο db2node, καταχωρήστε τις ακόλουθες εντολές:

   db2 catalog database sample as tor1 at node db2node
   db2 terminate



Υπόδειξη

Αν πρέπει να αλλάξετε τις τιμές που έχουν καθοριστεί με την εντολή catalog database, εκτελέστε τα ακόλουθα βήματα:

Βήμα  α.

Εκτελέστε την εντολή uncatalog database ως εξής:

   db2 uncatalog database database_alias

Βήμα  β.

Καταχωρήστε ξανά τη βάση δεδομένων στον κατάλογο περιεχομένων χρησιμοποιώντας τις τιμές που θέλετε.

Βήμα 3. Δοκιμή της σύνδεσης μεταξύ πελάτη και εξυπηρετητή

Αφού ρυθμίσετε τις παραμέτρους επικοινωνίας για το σύστημα πελάτη, θα πρέπει να συνδεθείτε σε μια απομακρυσμένη βάση δεδομένων για να δοκιμάσετε τη σύνδεση.

Βήμα  1.

Εκκινήστε το σύστημα διαχείρισης βάσεων δεδομένων (DBMS) υποβάλλοντας την εντολή db2start στον εξυπηρετητή (αν δεν έγινε αυτόματη έναρξη κατά την εκκίνηση του συστήματος).

Βήμα  2.

Αν χρησιμοποιείτε ένα προϊόν πελάτη UNIX, εκτελέστε το σενάριο εντολών εκκίνησης ως εξής:

   . INSTHOME/sqllib/db2profile    (για κέλυφος Bash, Bourne ή Korn)
   source INSTHOME/sqllib/db2cshrc (για κέλυφος C)

όπου INSTHOME είναι ο αρχικός κατάλογος (home directory) της χρήσης (instance).

Βήμα  3.

Υποβάλετε την ακόλουθη εντολή στο σύστημα πελάτη για να συνδεθεί το σύστημα πελάτη με την απομακρυσμένη βάση δεδομένων:

   db2 connect to database_alias user userid using password

Οι τιμές για τις παραμέτρους ταυτότητας χρήστη (userid) και κωδικού πρόσβασης (password) πρέπει να είναι έγκυρες για το σύστημα στο οποίο γίνεται η εξακρίβωσή τους. Ως προεπιλογή, η εξακρίβωση γίνεται στον εξυπηρετητή αν πρόκειται για εξυπηρετητή DB2, και στο κεντρικό σύστημα (host) ή AS/400 αν πρόκειται για εξυπηρετητή DB2 Connect.

Αν η σύνδεση είναι επιτυχής, θα λάβετε ένα μήνυμα που δηλώνει το όνομα της βάσης δεδομένων στην οποία έχετε συνδεθεί. Μπορείτε πλέον να ανακτήσετε δεδομένα από τη συγκεκριμένη βάση δεδομένων. Για παράδειγμα, για να ανακτήσετε μια λίστα με όλα τα ονόματα πινάκων που υπάρχουν στον πίνακα καταλόγου περιεχομένων του συστήματος (system catalog table), υποβάλετε την ακόλουθη εντολή SQL στο Κέντρο εντολών ή στον Επεξεργαστή γραμμής εντολών:

     "select tabname from syscat.tables"

Όταν ολοκληρώσετε τις εργασίες σας στη βάση δεδομένων με την οποία έχετε συνδεθεί, υποβάλετε την εντολή command reset για να τερματίσετε τη σύνδεση με τη βάση δεδομένων.

Οι τιμές για τις παραμέτρους userid (ταυτότητα χρήστη) και password (κωδικός πρόσβασης) πρέπει να είναι έγκυρες στο σύστημα όπου γίνεται η εξακρίβωσή τους. Ως προεπιλογή, η εξακρίβωση γίνεται στον εξυπηρετητή αν πρόκειται για εξυπηρετητή DB2, και στο κεντρικό σύστημα (host) ή AS/400 αν πρόκειται για εξυπηρετητή DB2 Connect.

Αν η σύνδεση είναι επιτυχής, θα λάβετε ένα μήνυμα που δηλώνει το όνομα της βάσης δεδομένων στην οποία έχετε συνδεθεί. Μπορείτε πλέον να ανακτήσετε δεδομένα από τη συγκεκριμένη βάση δεδομένων. Για παράδειγμα, για να ανακτήσετε μια λίστα με όλα τα ονόματα πινάκων που υπάρχουν στον κατάλογο περιεχομένων του συστήματος (system catalog table), υποβάλετε την ακόλουθη εντολή SQL στο Κέντρο εντολών ή στον Επεξεργαστή γραμμής εντολών:

   "select tabname from syscat.tables"

Όταν ολοκληρώσετε τις εργασίες σας στη βάση δεδομένων με την οποία έχετε συνδεθεί, υποβάλετε την εντολή db2 connect reset για να τερματίσετε τη σύνδεση με τη βάση δεδομένων.

Επίλυση προβλημάτων στη σύνδεση πελάτη-εξυπηρετητή

Αν η σύνδεση αποτύχει, ελέγξτε αν:

Στον εξυπηρετητή:

__  1.

Η τιμή μητρώου db2comm περιλαμβάνει την τιμή ipxspx.

Υπόδειξη

Ελέγξτε τις ρυθμίσεις για την τιμή μητρώου db2comm υποβάλλοντας την εντολή db2set DB2COMM. Για περισσότερες πληροφορίες, ανατρέξτε στο εγχειρίδιο Administration Guide.

__  2.

Οι παράμετροι FILESERVER, OBJECTNAME και IPX_SOCKET ενημερώθηκαν σωστά στο αρχείο ρυθμίσεων του συστήματος διαχείρισης βάσεων δεδομένων (DBMS).

__  3.

Έγινε σωστά η δημιουργία της βάσης δεδομένων και η καταχώρησή της στον κατάλογο περιεχομένων (catalog).

__  4.

Έγινε έναρξη της υπηρεσίας ασφάλειας. Υποβάλετε την εντολή net start db2ntsecserver (μόνο για εξυπηρετητές Windows NT και Windows 2000).

__  5.

Αν χρησιμοποιείτε προσδιορισμό διευθύνσεων μέσω εξυπηρετητή αρχείων (file server addressing), βεβαιωθείτε ότι ο εξυπηρετητής DB2 έχει καταγραφεί στον εξυπηρετητή αρχείων NetWare μετά την ενημέρωση του αρχείου ρυθμίσεων του συστήματος διαχείρισης βάσεων δεδομένων (DBMS) με τις απαιτούμενες παραμέτρους IPX/SPX.

__  6.

Έγινε τερματισμός και έναρξη του συστήματος διαχείρισης βάσεων δεδομένων (DBMS) (υποβάλατε τις εντολές db2stop και db2start στον εξυπηρετητή).



Υπόδειξη

Αν υπάρχουν προβλήματα κατά την έναρξη των προγραμμάτων διαχείρισης συνδέσεων ενός πρωτοκόλλου, εμφανίζεται ένα μήνυμα προειδοποίησης και τα μηνύματα σφαλμάτων καταγράφονται στο αρχείο db2diag.log που βρίσκεται στον κατάλογο INSTHOME/sqllib/db2dump για πλατφόρμες UNIX ή στον κατάλογο x:\sqllib\db2dump για πλατφόρμες εκτός από UNIX.

Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με το αρχείο db2diag.log, εξετάστε το εγχειρίδιο Troubleshooting Guide.

Στο σύστημα πελάτη:

__  1.

Αν χρησιμοποιείτε άμεσο προσδιορισμό διευθύνσεων (direct addressing), ελέγξτε αν ο κόμβος καταχωρήθηκε στον κατάλογο κόμβων με την τιμή * για την παράμετρο FILESERVER και τη σωστή διεύθυνση διαδικτύου IPX/SPX για την παράμετρο OBJECTNAME.

__  2.

Αν χρησιμοποιείτε προσδιορισμό διευθύνσεων μέσω εξυπηρετητή αρχείων (file server addressing), ελέγξτε αν οι παράμετροι FILESERVER και OBJECTNAME, που χρησιμοποιήθηκαν για την καταχώρηση του κόμβου στον κατάλογο κόμβων, συμφωνούν με αυτές που έχουν οριστεί στον εξυπηρετητή.

__  3.

Το όνομα κόμβου (node_name) που ορίστηκε στον κατάλογο βάσεων δεδομένων παραπέμπει στη σωστή καταχώρηση στον κατάλογο κόμβων.

__  4.

Η βάση δεδομένων καταχωρήθηκε σωστά στον κατάλογο περιεχομένων (catalog), με χρήση του ψευδώνυμου βάσης δεδομένων στον εξυπηρετητή (το database_alias που προστέθηκε στον κατάλογο περιεχομένων όταν δημιουργήθηκε η βάση δεδομένων στον εξυπηρετητή), ως ονόματος της βάσης δεδομένων (database_name) στο σύστημα πελάτη.

Αν εξακολουθεί να αποτυγχάνει η σύνδεση αφού έχετε βεβαιωθεί για τα παραπάνω, εξετάστε το εγχειρίδιο Troubleshooting Guide.


[ Αρχή σελίδας | Προηγούμενη σελίδα | Επόμενη σελίδα | Πίνακας περιεχομένων | Ευρετήριο ]