Συμπληρωματικός οδηγός για την εγκατάσταση και ρύθμιση
Η ενότητα αυτή περιγράφει τις πιο σημαντικές
λέξεις-κλειδιά που θα ορίσετε για την εκτέλεση μιας κατανεμημένης
εγκατάστασης. Στα αρχεία απόκρισης μπορείτε να χρησιμοποιήσετε
λέξεις-κλειδιά για να ορίσετε τις τιμές παραμέτρων ρύθμισης του DBMS, τις
λειτουργίες προς εγκατάσταση και τις τιμές μεταβλητών μητρώου της DB2.
Στην ενότητα αυτή καλύπτονται τα εξής θέματα:
Η ενότητα αυτή περιγράφει τις πιο σημαντικές
λέξεις-κλειδιά που θα ορίσετε για την εκτέλεση μιας κατανεμημένης εγκατάστασης
σε λειτουργικά συστήματα Windows 32-bit και OS/2. Οι ακόλουθες
λέξεις-κλειδιά είναι διαθέσιμες για όλα τα προϊόντα της DB2,
συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης Satellite. Για τις λέξεις-κλειδιά που
χρησιμοποιούνται ειδικά για το προϊόν DB2 Satellite Edition, βλ. Σημαντικές λέξεις-κλειδιά αρχείου απόκρισης για το προϊόν DB2 Satellite Edition.
- FILE
- Ορίζει τον κατάλογο προορισμού του προϊόντος DB2.
- REBOOT
- Ορίζει αν θα γίνει επανεκκίνηση του συστήματος μετά την εγκατάσταση (μόνο
σε λειτουργικά συστήματα Windows 32-bit).
Για συστήματα OS/2, πληκτρολογήστε την εντολή /REBOOT στη γραμμή
εντολών του υπολογιστή εγκατάστασης.
- TYPE
- Ορίζει το είδος της εγκατάστασης (μόνο σε λειτουργικά συστήματα Windows
32-bit).
Οι επιλογές είναι:
- 0 = Βασική
- 1 = Τυπική (προεπιλογή)
- 2 = Επιλεκτική
Σημείωση: | Η βασική ή η τυπική εγκατάσταση θα αγνοήσει οποιεσδήποτε λέξεις-κλειδιά
επιλογής λειτουργιών (COMP).
|
- KILL_PROCESSES
- (Μόνο σε λειτουργικά συστήματα Windows 32-bit).
Αν υπάρχει ήδη μια έκδοση της DB2 η οποία βρίσκεται σε λειτουργία και αυτή
η λέξη-κλειδί έχει τιμή YES, θα τερματιστούν οι διαδικασίες της DB2
που εκτελούνται χωρίς ερώτηση προς το χρήστη. Για περισσότερες
πληροφορίες σχετικά με τον τερματισμό των ενεργών διαδικασιών της DB2,
βλ. Τερματισμός διαδικασιών DB2 κατά τη διαλογική εγκατάσταση και την εγκατάσταση με αρχείο απόκρισης.
- PROD
- Καθορίζει το προϊόν που θέλετε να εγκατασταθεί. Οι επιλογές
είναι:
- ADMIN_CLIENT για τη DB2 Administration Client
- CONNECT_PERSONAL για τη DB2 Connect Personal Edition
- CONNECT_ENTERPRISE για τη DB2 Connect Enterprise Edition
- DATA_LINKS_MANAGER για τη DB2 Data Links Manager
- DB2_QP_AGENT για τη DB2 Query Patroller Agent (μόνο σε
λειτουργικά συστήματα UNIX)
- DB2_QP_CLIENT για τη DB2 Query Patroller Client (μόνο σε
λειτουργικά συστήματα UNIX)
- DB2_QUERY_PATROLLER_SERVER για τη DB2 Query Patroller Server
(μόνο σε λειτουργικά συστήματα Windows 32-bit)
- DB2_QP_SERVER για τη DB2 Query Patroller Server (μόνο σε
λειτουργικά συστήματα UNIX)
- OLAP_STARTER_KIT για τη DB2 OLAP Starter Kit
- RELATIONAL_CONNECT για τη DB2 Relational Connect
- RUNTIME_CLIENT για τη DB2 Run-Time Client
- SDK για τη DB2 Application Development Client
- SPATIAL_EXTENDER_CLIENT για τη DB2 Spatial Extender Client
- SPATIAL_EXTENDER_SERVER για τη DB2 Spatial Extender Server
- UDB_EEE για τη DB2 Enterprise - Extended Edition
- UDB_ENTERPRISE για τη DB2 Enterprise Edition
- UDB_PERSONAL για τη DB2 Personal Edition
- UDB_SATELLITE για τη DB2 Satellite Edition
- UDB_WORKGROUP για τη DB2 Workgroup Edition
- WAREHOUSE_AGENT για τη DB2 Data Warehouse Agent (μόνο σε
λειτουργικά συστήματα UNIX)
- WAREHOUSE_MANAGER για τη DB2 Data Warehouse Manager
- DB2.AUTOSTART
- Ορίζει αν θα γίνεται αυτόματα έναρξη της χρήσης DB2 (DB2 instance) με κάθε
επανεκκίνηση του συστήματος.
Ως προεπιλογή, γίνεται αυτόματα έναρξη της χρήσης DB2, εκτός αν αυτή η
παράμετρος έχει τιμή NO.
- AUTOSTART_CCA
- Ορίζει αν θα γίνεται αυτόματα έναρξη του Βοηθήματος ρύθμισης πελάτη (CCA)
με κάθε επανεκκίνηση του συστήματος.
Ως προεπιλογή, γίνεται αυτόματα έναρξη του Βοηθήματος ρύθμισης πελάτη
(CCA), εκτός αν αυτή η παράμετρος έχει τιμή NO.
- AUTOSTART_CONTROL_CENTER
- Ορίζει αν θα γίνεται αυτόματα έναρξη του Control Center (Κέντρο ελέγχου)
με κάθε επανεκκίνηση του συστήματος.
Η προεπιλογή είναι να γίνεται αυτόματα έναρξη του Control Center (Κέντρo
ελέγχου), εκτός αν αυτή η παράμετρος έχει τιμή NO.
- AUTOSTART_FIRST_STEPS
- Ορίζει αν η εφαρμογή First Steps (Πρώτα βήματα) θα ενεργοποιείται αυτόματα
με κάθε επανεκκίνηση του συστήματος. Μετά την αρχική εγκατάσταση,
μπορείτε να ελέγχετε την εφαρμογή First Steps από το περιβάλλον χρήστη της και
να ζητήσετε να εμφανίζεται αυτόματα τις επόμενες φορές που θα γίνεται εκκίνηση
του συστήματος εξυπηρετητή.
Η προεπιλογή είναι η εφαρμογή First Steps να ενεργοποιείται
αυτόματα. Κατά την εγκατάσταση σε απομακρυσμένα συστήματα, μπορείτε να
ορίσετε την τιμή NO για αυτή την παράμετρο ώστε να μη γίνεται
έναρξη της εφαρμογής First Steps.
- CFGUPDATE
- Ορίζει αν θα ενημερωθεί αυτόματα το αρχείο config.sys
(μόνο σε λειτουργικά συστήματα OS/2). Οι έγκυρες τιμές για αυτή τη
λέξη-κλειδί είναι:
- AUTO
- Αυτόματη ενημέρωση του αρχείου CONFIG.SYS.
- MANUAL
- Δεν γίνεται ενημέρωση του αρχείου CONFIG.SYS.
Συνιστάται να ορίσετε την τιμή AUTO όταν εκτελείτε κατανεμημένη
εγκατάσταση.
- DB2SYSTEM
- Ορίζει ένα όνομα συστήματος που είναι μοναδικό στο δίκτυο.
- ADMIN.USERID και ADMIN.PASSWORD
- Ορίζουν την ταυτότητα χρήστη και τον κωδικό πρόσβασης που θα
χρησιμοποιούνται για τη σύνδεση σε και την έναρξη του εξυπηρετητή διαχείρισης
(Administration Server) με κάθε επανεκκίνηση του συστήματος.
Σημείωση: | Δεν είναι διαθέσιμες σε Windows 9x. Είναι διαθέσιμες στα ακόλουθα
προϊόντα DB2: UDBEEE, UDBEE, UDBWE, CONNEE και UDBPE.
|
Στο OS/2, αν η λειτουργία UPM έχει εγκατασταθεί στο σύστημά σας, η
ταυτότητα χρήστη και ο κωδικός πρόσβασης που χρησιμοποιείτε πρέπει να έχουν
οριστεί ήδη και να διαθέτουν ένα από τα εξής:
- εξουσιοδότηση διαχειριστή UPM στο σύστημά σας.
- εξουσιοδότηση τοπικού διαχειριστή UPM στο σύστημά σας.
Αν δεν έχει εγκατασταθεί η λειτουργία UPM στο σύστημά σας, θα εγκατασταθεί
κατά την εγκατάσταση της DB2 και η ταυτότητα χρήστη και ο κωδικός πρόσβασης
που ορίζετε θα δημιουργηθούν με την κατάλληλη εξουσιοδότηση.
Στα Windows, αν το όνομα χρήστη που καταχωρείται δεν υπάρχει στον
υπολογιστή του χρήστη κατά την εγκατάσταση, θα δημιουργηθεί αυτόματα με τις
κατάλληλες εξουσιοδοτήσεις από το πρόγραμμα εγκατάστασης. Αν το όνομα
χρήστη που καταχωρείται υπάρχει κατά την εγκατάσταση, η ταυτότητα χρήστη
πρέπει να ανήκει στην ομάδα τοπικών διαχειριστών (local
administrators). Το πρόγραμμα εγκατάστασης θα το επαληθεύσει κατά τη
διαδικασία της εγκατάστασης και θα επιστρέψει ένα μήνυμα σφάλματος αν το όνομα
χρήστη δεν έχει την απαιτούμενη εξουσιοδότηση.
- DB2.USERID και DB2.PASSWORD
- Καθορίζουν το προεπιλεγμένο όνομα χρήστη και τον κωδικό πρόσβασης για τη
χρήση DB2 (DB2 instance). Χρησιμοποιούνται από τη χρήση DB2 για τη
σύνδεση στο σύστημα με κάθε εκκίνηση του συστήματός σας.
Σημείωση: | Δεν είναι διαθέσιμες σε Windows 9x. Είναι διαθέσιμες στα ακόλουθα
προϊόντα DB2: UDBEEE, UDBEE, UDBWE, CONNEE, UDBBE και UDBSE.
|
Στα Windows, αν το όνομα χρήστη που καταχωρείται δεν υπάρχει στον
υπολογιστή του χρήστη κατά την εγκατάσταση, θα δημιουργηθεί αυτόματα με τις
κατάλληλες εξουσιοδοτήσεις από το πρόγραμμα εγκατάστασης. Αν το όνομα
χρήστη που καταχωρείται υπάρχει κατά την εγκατάσταση, η ταυτότητα χρήστη
πρέπει να ανήκει στην ομάδα τοπικών διαχειριστών (local
administrators). Το πρόγραμμα εγκατάστασης θα το επαληθεύσει κατά τη
διαδικασία της εγκατάστασης και θα επιστρέψει ένα μήνυμα σφάλματος αν το όνομα
χρήστη δεν έχει την απαιτούμενη εξουσιοδότηση.
- DB2CTLSV.USERID και DB2CTLSV.PASSWORD
- Καθορίζουν το προεπιλεγμένο όνομα χρήστη και τον κωδικό πρόσβασης για τη
χρήση (instance) του εξυπηρετητή ελέγχου (Control Server).
Χρησιμοποιούνται από τη χρήση DB2 για τη σύνδεση στο σύστημα με κάθε εκκίνηση
του συστήματός σας.
Σημείωση: | Διαθέσιμες μόνο στο προϊόν UDBEE.
|
Στα Windows, αν το όνομα χρήστη που καταχωρείται δεν υπάρχει στον
υπολογιστή του χρήστη κατά την εγκατάσταση, θα δημιουργηθεί αυτόματα με τις
κατάλληλες εξουσιοδοτήσεις από το πρόγραμμα εγκατάστασης. Αν το όνομα
χρήστη που καταχωρείται δεν υπάρχει κατά την εγκατάσταση, η ταυτότητα χρήστη
πρέπει να ανήκει στην ομάδα τοπικών διαχειριστών (local
administrators). Το πρόγραμμα εγκατάστασης θα το επαληθεύσει κατά τη
διαδικασία της εγκατάστασης και θα επιστρέψει ένα μήνυμα σφάλματος αν το όνομα
χρήστη δεν έχει την απαιτούμενη εξουσιοδότηση.
- DLFM_INST_USERID και DLFM_INST_PASSWORD
- Καθορίζουν το προεπιλεγμένο όνομα χρήστη και τον κωδικό πρόσβασης για τη
χρήση (instance) του Data Links Manager. Χρησιμοποιούνται από τη χρήση
DB2 για τη σύνδεση στο σύστημα με κάθε εκκίνηση του συστήματός σας.
Σημείωση: | Είναι διαθέσιμες μόνο για το Data Links Manager.
|
Στα Windows, αν το όνομα χρήστη που καταχωρείται δεν υπάρχει στον
υπολογιστή του χρήστη κατά την εγκατάσταση, θα δημιουργηθεί αυτόματα με τις
κατάλληλες εξουσιοδοτήσεις από το πρόγραμμα εγκατάστασης. Αν το όνομα
χρήστη που καταχωρείται υπάρχει κατά την εγκατάσταση, η ταυτότητα χρήστη
πρέπει να ανήκει στην ομάδα τοπικών διαχειριστών (local
administrators). Το πρόγραμμα εγκατάστασης θα το επαληθεύσει κατά τη
διαδικασία της εγκατάστασης και θα επιστρέψει ένα μήνυμα σφάλματος αν το όνομα
χρήστη δεν έχει την απαιτούμενη εξουσιοδότηση.
- COMP
- Ορίζει τις λειτουργίες που θέλετε να εγκατασταθούν. Το πρόγραμμα
εγκατάστασης εγκαθιστά αυτόματα τις λειτουργίες που απαιτούνται για ένα προϊόν
και αγνοεί τις ζητούμενες λειτουργίες που δεν είναι διαθέσιμες.
Στα λειτουργικά συστήματα Windows 32-bit, η επιλογή λειτουργιών δεν
λαμβάνεται υπόψη εκτός αν εκτελείτε μια επιλεκτική εγκατάσταση (TYPE =
2).
Η ενότητα αυτή περιγράφει τις πιο σημαντικές
λέξεις-κλειδιά που θα ορίσετε κατά την εκτέλεση μιας κατανεμημένης
εγκατάστασης του προϊόντος DB2 Satellite Edition σε λειτουργικά συστήματα
Windows 32-bit.
Σημείωση: | Οι λέξεις-κλειδιά αρχείου απόκρισης που ακολουθούν χρησιμοποιούνται
αποκλειστικά για το προϊόν DB2 Satellite Edition.
|
- DB2.AUTOSTART
- Ορίζει αν θα γίνεται αυτόματα έναρξη της χρήσης DB2 (DB2 instance) με κάθε
επανεκκίνηση του συστήματος.
Ως προεπιλογή, γίνεται αυτόματα έναρξη της χρήσης της DB2, εκτός αν αυτή η
παράμετρος έχει τιμή NO.
- DB2.SATCTLDB_USERNAME και DB2.SATCTLDB_PASSWORD
- Ορίζουν την ταυτότητα χρήστη και τον κωδικό πρόσβασης που θα
χρησιμοποιούνται από το σύστημα Satellite για τη σύνδεση στη βάση δεδομένων
ελέγχου συστημάτων Satellite (SATCTLDB) στον εξυπηρετητή ελέγχου (DB2 Control
Server). Η ταυτότητα χρήστη και ο κωδικός πρόσβασης χρησιμοποιούνται
για την επαλήθευση της σύνδεσης με τη βάση δεδομένων. Δεν είναι
υποχρεωτικό να καταχωρήσετε αυτές τις πληροφορίες κατά την εγκατάσταση, αλλά
συνιστάται να το κάνετε αν τις έχετε στη διάθεσή σας. Δεν είναι δυνατή
η εξακρίβωση (authentication) της ταυτότητας χρήστη και του κωδικού κατά την
εγκατάσταση.
Αν επιλέξετε να μην καταχωρήσετε αυτές τις πληροφορίες κατά την
εγκατάσταση, μπορείτε να τις καταχωρήσετε αργότερα εκτελώντας την εφαρμογή
συγχρονισμού της DB2 σε κατάσταση δοκιμής υποβάλλοντας την εντολή db2sync
-t. Τότε θα σας ζητηθεί η ταυτότητα χρήστη και ο κωδικός
πρόσβασης που απαιτούνται για την πραγματοποίηση της σύνδεσης.
- DB2.DB2SATELLITEID
- Καθορίζει τη μοναδική ταυτότητα του συστήματος Satellite και ορίζει την
τιμή της μεταβλητής μητρώου DB2SATELLITEID στο σύστημα Satellite. Η
ταυτότητα πρέπει να είναι μοναδική σε όλες τις ομάδες που έχουν καταγραφεί
στον εξυπηρετητή ελέγχου της DB2. Πρέπει να συμφωνεί με μια ταυτότητα
που έχει καθοριστεί για ένα σύστημα Satellite στον εξυπηρετητή ελέγχου.
Η ταυτότητα συστήματος Satellite (Satellite ID) χρησιμοποιείται κατά τη
διαδικασία συγχρονισμού για τον προσδιορισμό του συστήματος Satellite.
Η ταυτότητα μπορεί να έχει μήκος έως 20 χαρακτήρες.
Δεν συνιστάται να καταχωρήσετε τη λέξη-κλειδί DB2SATELLITEID στο αρχείο
απόκρισης καθώς πρέπει να είναι μοναδική, εκτός και αν προσαρμόζετε την τιμή
της λέξης-κλειδί DB2SATELLITEID για κάθε σύστημα στο οποίο θα χρησιμοποιηθεί
το αρχείο απόκρισης. Η λέξη-κλειδί DB2SATELLITEID μπορεί να οριστεί
μετά την εγκατάσταση με την εντολή db2set.
Αν δεν οριστεί, χρησιμοποιείται αντί αυτής η ταυτότητα σύνδεσης στα Windows
κατά τη διαδικασία συγχρονισμού.
- DB2.DB2SATELLITEAPPVER
- Καθορίζει την έκδοση του λογισμικού εφαρμογής του συστήματος
Satellite. Η έκδοση μπορεί να έχει μήκος έως 18 αλφαριθμητικούς
χαρακτήρες. Η τιμή που ορίζεται σε αυτή τη λέξη-κλειδί πρέπει να
συμφωνεί με την έκδοση εφαρμογής που έχει οριστεί για την ομάδα στην οποία
ανήκει το σύστημα Satellite, όπως έχει οριστεί στον εξυπηρετητή ελέγχου
δορυφόρων. Αν συμφωνεί, τότε τα σενάρια εντολών που σχετίζονται με αυτή
την έκδοση εφαρμογής θα χρησιμοποιούνται για τη συντήρηση του συστήματος
Satellite κατά τη διαδικασία συγχρονισμού. Παρέχεται μια προεπιλεγμένη
έκδοση V1R0M00, αλλά μπορείτε να αλλάξετε αυτή την τιμή. Αυτές οι τιμές
μπορούν να καθοριστούν ή να τροποποιηθούν μετά την εγκατάσταση.
- DB2.USERDB_NAME
- Καθορίζει το όνομα της βάσης δεδομένων που μπορεί να δημιουργήσει η DB2
κατά την εγκατάσταση της έκδοσης DB2 Satellite Edition. Αν δεν
καταχωρηθεί μια τιμή, δεν δημιουργείται βάση δεδομένων.
- DB2.USERDB_REP_SRC
- Καθορίζει ότι η βάση δεδομένων θα χρησιμοποιείται ως πηγή αναπαραγωγής
(replication source) της DB2. Η DB2 θα ρυθμίσει τη βάση δεδομένων ώστε
οι αλλαγές στα δεδομένα εφαρμογών να καταγράφονται σε πίνακες αλλαγών από το
πρόγραμμα συλλογής (Capture). Το πρόγραμμα ενημέρωσης (Apply) θα
χρησιμοποιεί στη συνέχεια τις αλλαγές που συλλέχθηκαν για να συγχρονίσει τα
δεδομένα εφαρμογών με άλλα συστήματα. Εκτός από τη ρύθμιση της βάσης
δεδομένων ώστε να συλλέγονται οι αλλαγές στα δεδομένα, πρέπει να καθορίσετε
τους πίνακες εφαρμογών για τους οποίους θα συλλέγονται οι αλλαγές. Για
περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την παράμετρο Data capture
changes της πρότασης CREATE TABLE, ανατρέξτε στο εγχειρίδιο
SQL Reference. Αυτό το βήμα ρύθμισης μπορεί να εκτελεστεί όταν ολοκληρωθεί η
εγκατάσταση και έχουν οριστεί οι πίνακες εφαρμογών στη βάση δεδομένων.
- DB2.USERDB_RECOVERABLE
- Καθορίζει ότι η βάση δεδομένων στο σύστημα Satellite μπορεί να
αποκατασταθεί. Η DB2 θα ρυθμίσει τη βάση δεδομένων για προοδευτική
αποκατάσταση (forward recovery) καθορίζοντας στην παράμετρο
logretain την τιμή recovery. Θα πρέπει να
διαχειρίζεστε τα αρχεία ημερολογίου (log files) της βάσης δεδομένων και να
αποθηκεύετε εφεδρικά αντίγραφα της βάσης δεδομένων. Πριν
χρησιμοποιήσετε τη βάση δεδομένων, θα πρέπει να αποθηκεύσετε ένα εφεδρικό
αντίγραφο αυτής. Αν αυτή η λέξη-κλειδί δεν οριστεί, η βάση δεδομένων
δεν θα ρυθμιστεί για προοδευτική αποκατάσταση. Θα γίνεται αυτόματη
διαχείριση των αρχείων ημερολογίου βάσης δεδομένων από τη DB2. Δεν θα
χρειαστεί να αποθηκεύσετε ένα εφεδρικό αντίγραφο της βάσης δεδομένων πριν τη
χρησιμοποιήσετε. Ωστόσο, αν παρουσιαστεί βλάβη στο δίσκο μπορεί να
χαθούν δεδομένα.
Η ενότητα αυτή περιγράφει τις πιο σημαντικές
λέξεις-κλειδιά που θα ορίσετε για την εκτέλεση μιας κατανεμημένης εγκατάστασης
του εξυπηρετητή ελέγχου (DB2 Control Server). Ο εξυπηρετητής ελέγχου
της DB2 παρέχει υποστήριξη διαχείρισης και αναφοράς κατάστασης για συστήματα
Satellite χρησιμοποιώντας τη βάση δεδομένων ελέγχου συστημάτων Satellite,
SATCTLDB. Αυτή η βάση δεδομένων δημιουργείται αυτόματα κατά την
εγκατάσταση της λειτουργίας Control Server. Μπορείτε να χρησιμοποιήσετε
αυτές τις λέξεις-κλειδιά για να ορίσετε τις τιμές παραμέτρων ρύθμισης του DBMS
και τις τιμές μεταβλητών μητρώου της DB2.
Για να εγκαταστήσετε τον εξυπηρετητή ελέγχου, επιλέξτε τη λειτουργία
CONTROL_SERVER (COMP=CONTROL_SERVER), που είναι διαθέσιμη μόνο στο προϊόν
UDBEE.
- CTLSRV.DEDICATED_CTLSRV
- Καθορίζει αν το σύστημα στο οποίο θα εγκατασταθεί η λειτουργία DB2 Control
Server θα χρησιμοποιείται αποκλειστικά ως εξυπηρετητής ελέγχου της DB2.
Σημειώστε ότι δεν θα δημιουργηθεί μια διαφορετική χρήση (instance) της DB2 σε
αυτό το σύστημα.
Η προεπιλογή είναι YES, δηλαδή το σύστημα θα χρησιμοποιείται αποκλειστικά
ως εξυπηρετητής ελέγχου της DB2.
- CTLSRV.AUTOSTART
- Ορίζει αν θα γίνεται αυτόματα έναρξη της χρήσης (instance) του εξυπηρετητή
ελέγχου (DB2CTLSV) με κάθε επανεκκίνηση του συστήματος.
Η προεπιλογή είναι YES, δηλαδή θα γίνεται αυτόματα έναρξη της χρήσης
DB2CTLSV.
- CTLSRV.SVCENAME
- Καθορίζει το όνομα υπηρεσίας TCP/IP της χρήσης (instance) του εξυπηρετητή
ελέγχου (DB2 Control Server), το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την
υποκατάσταση του προεπιλεγμένου ονόματος υπηρεσίας (TCP/IP service name) που
δημιουργείται από το πρόγραμμα εγκατάστασης. Όταν χρησιμοποιείται σε
συνδυασμό με τη λέξη-κλειδί CTLSRV.PORT_NUMBER για την υποκατάσταση του
προεπιλεγμένου αριθμού θύρας, έχετε πλήρη έλεγχο των ρυθμίσεων ΤCP/IP για τη
χρήση του εξυπηρετητή ελέγχου.
- CTLSRV.PORT_NUMBER
- Καθορίζει τον αριθμό θύρας TCP/IP της χρήσης (instance) του εξυπηρετητή
ελέγχου (DB2 Control Server), ο οποίος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την
υποκατάσταση του προεπιλεγμένου αριθμού θύρας που δημιουργείται από το
πρόγραμμα εγκατάστασης. Όταν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με τη
λέξη-κλειδί CTLSRV.SVCENAME για την υποκατάσταση του προεπιλεγμένου
ονόματος υπηρεσίας, έχετε πλήρη έλεγχο των ρυθμίσεων ΤCP/IP για τη χρήση του
εξυπηρετητή ελέγχου.
Αν εκτελούνται οποιεσδήποτε διαδικασίες της DB2 μετά
την υποβολή της εντολής εγκατάστασης της DB2 (setup), η εγκατάσταση της DB2
δεν μπορεί να ολοκληρωθεί. Για παράδειγμα, κατά τη διαλογική
εγκατάσταση, εμφανίζεται το ακόλουθο μήνυμα:
Η DB2 βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε λειτουργία και έχει κλειδωθεί από
τις ακόλουθες διαδικασίες
Στη συνέχεια, ζητείται από το χρήστη να τερματίσει τις διαδικασίες της DB2
ώστε να συνεχιστεί η εγκατάσταση. Μπορείτε να ορίσετε ότι όλες οι
ενεργές διαδικασίες της DB2 θα τερματιστούν αυτόματα όταν υποβάλετε την εντολή
DB2 setup (μόνο σε λειτουργικά συστήματα Windows 32-bit).
Για να τερματίσετε όλες τις διαδικασίες της DB2 στη διάρκεια μιας
διαλογικής (interactive) εγκατάστασης, καθορίστε την επιλογή /F
στην εντολή setup. Η επιλογή /F τερματίζει τις διαδικασίες
που εκτελούνται και δεν εμφανίζεται το μήνυμα σφάλματος και η ερώτηση προς το
χρήστη.
Για μια εγκατάσταση με αρχείο απόκρισης, μπορείτε να χρησιμοποιήσετε μία
από τις ακόλουθες μεθόδους για να τερματίσετε οποιεσδήποτε ενεργές διαδικασίες
της DB2. Αν ορίσετε μια από τις ακόλουθες επιλογές, οι ενεργές
διαδικασίες της DB2 τερματίζονται πριν συνεχιστεί η εγκατάσταση.
- Καθορίστε την επιλογή /F στην εντολή setup. Μπορείτε να
χρησιμοποιήσετε αυτή την επιλογή μαζί με τις επιλογές /U, /L και /I που είναι
ήδη διαθέσιμες.
- Καθορίστε στη λέξη-κλειδί KILL_PROCESSES την τιμή YES (η
προεπιλογή είναι NO).
Σημείωση: | Θα πρέπει να είστε πολύ προσεκτικοί όταν τερματίζετε ενεργές διαδικασίες της
DB2 για να συνεχιστεί η εγκατάσταση. Ο τερματισμός μιας ενεργής
διαδικασίας της DB2 μπορεί να προκαλέσει απώλεια δεδομένων.
|
[ Αρχή σελίδας | Προηγούμενη σελίδα | Επόμενη σελίδα | Πίνακας περιεχομένων | Ευρετήριο ]